Είχα την τύχη και την ευκαιρία ως τώρα στη ζωή μου, να ταξιδέψω σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Η καθεμιά απ’ αυτές με τα δικά της χαρακτηριστικά, την δική της αίγλη, τη δική της «προσωπικότητα». Μία όμως είναι αυτή που πλέον ξεχωρίζω και έχω στην καρδιά μου… Λισαβόνα! Ναι, όσο περνούν οι μέρες, τόσο πιο σίγουρη γίνομαι. Αυτή η πόλη έχει κάτι το μοναδικό. Κάτι που όσες περιγραφές κι αν ακούσεις/διαβάσεις, όσες εικόνες κι αν δεις, όσες γνώμες κι αν ρωτήσεις, αν δεν το ζήσεις δεν μπορείς να καταλάβεις…
Τι κάνει λοιπόν αυτή τη πόλη τόσο ιδιαίτερη; Είναι οι άνθρωποι και ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τον επισκέπτη, ειδικά αν μάθουν πως είσαι Έλληνας. Είναι τα κτήρια. Είναι οι δρόμοι. Είναι η απλή καθημερινότητα. Είναι ο τρόπος που κοιτούν τη ζωή, παρά τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια. Αναφέρομαι στην οικονομική κρίση και το Μνημόνιο του 2011.
Σε αντίθεση με την Αθήνα, η Λισαβόνα έχει καταφέρει να κρύψει καλά εκείνο το πρόσωπο της κρίσης και της μιζέριας. Ελάχιστα μαγαζιά είναι κλειστά. Ελάχιστοι άστεγοι στους δρόμους και η εγκληματικότητα βρίσκεται και αυτή σε χαμηλά ποσοστά. Κι αν οι μειώσεις μισθών και η αύξηση της ανεργίας υφίστανται ακόμα, ως πρωτεύουσα προσφέρει ευκαιρίες στους ανθρώπους, κυρίως στους νέους. Παράδοξο ή μη, όντως συμβαίνει.
Πάμε λοιπόν να ταξιδέψουμε ως εκεί και να τη γνωρίσουμε λίγο καλύτερα. Να δούμε τι μπορεί να κάνει κανείς, που να μείνει, που να φάει….
Στέγαση
Αρχικά, λαμβάνοντας υπόψη πως ό,τι κι αν κάνετε θα είναι πιο φθηνό απ’ την Ελλάδα, μπορείτε να μείνετε στο κέντρο. Υπάρχουν πάρα πολλά και καλά ξενοδοχεία σε προσιτές τιμές. Επιπλέον το κέντρο σου δίνει η δυνατότητα για πιο εύκολη «εξερεύνηση» στην πόλη. Ένα καλό ξενοδοχείο είναι το «Grande Pensao De Alcobia». Βρίσκεται πολύ κοντά τόσο στο ιστορικό κέντρο της Baixa όσο και σε στάση του μετρό. Με καθαρά δωμάτια, περίπου στα 70 ευρώ τη βραδιά. Αν πάλι θέλετε, κάτι ακόμα πιο οικονομικό υπάρχει το «Yes! Hostel» με €22 το κρεβάτι για μια νύχτα. Βρίσκεται σε ιδανικό σημείο ανάμεσα στο Bairro Alto, και στο ποτάμι.
Φαγητό
Και από το ξενοδοχείο στο φαγητό. Στην πόλη υπάρχει πλήθος μαγαζιών (από μπαρ ως και κανονικά εστιατόρια) που σερβίρουν φαγητό από το μεσημέρι ως το βράδυ. Οι γεύσεις δεν έχουν μεγάλη διαφορά από τις μεσογειακές που γνωρίζουμε. Στο μενού κυριαρχούν τα θαλασσινά –δίπλα στον Ατλαντικό βρισκόμαστε άλλωστε- αλλά και το κρέας. Μην ξεχάσετε να δοκιμάσετε παστό μπακαλιάρο –κλασική αξία στην πορτογαλική κουζίνα- και φασολάδα. Ένα παραδοσιακό πιάτο «Feijoada» που φτιάχνεται με χοιρινό, λουκάνικο, λάχανο και φασόλια. Παραλιακά μπορείτε να το βρείτε και ως «Feijoada de Buzinas» με οστρακοειδή ή «Feijoada de Choco» με καλαμάρι. Όσοι είστε των γλυκών, μην φύγετε από εκεί αν δεν γευτείτε τα «Pastel de Nata». Το αγαπημένο γλυκό των Πορτογάλων. Ταρτάκια γεμισμένα με κρέμα ζαχαροπλαστικής και καραμελωμένη επίστρωση. Θα τα βρείτε σίγουρα σε όλες τις καφετέριες και τα ζαχαροπλαστεία. Η ζύμη τους είναι συνήθως τραγανή σφολιάτα, ενώ η γέμιση κρεμώδης και γλυκιά. Α! και πιείτε μπύρες, πολλές μπύρες. Είναι πάμφθηνες και πολύ ελαφριές.
Αφού βρήκαμε που να μείνουμε, φάγαμε κι όλας, πάμε να κάνουμε μια βόλτα στην πόλη… Έτοιμοι;
Η Λισαβόνα, είναι μια πρωτεύουσα με πολλά πρόσωπα και πολλές όψεις, στην οποία μπορεί κανείς να βρει τα πάντα. Από τη μια υπάρχει το ιστορικό κέντρο δίπλα στον ποταμό Τάγο με τα παλιά του κτήρια, εγκαταλελειμμένα και «παγωμένα» από το 1970. Και από την άλλη το Μπαΐρο Άλτο, μια τουριστική ζώνη σε έναν από τους πολλούς λόφους της πόλης, το οποίο το βράδυ σφύζει από ζωή.
Αρκεί, να μεταβεί κανείς ως το Μαρκές ντε Πομπάλ προκειμένου να ζήσει λίγο απ’ την καθημερινότητα. Τους υπάλληλους που τελειώνουν το μεσημέρι απ’ την δουλειά τους και πηγαινοέρχονται στους δρόμους, τον κόσμο που χαζεύει τις βιτρίνες και κάνει τα ψώνια του στα κοντινά εμπορικά κέντρα, τη νεολαία που ξεχύνεται στους κινηματογράφους και τα καφέ. Κι αν πάλι δεν του αρέσει κάτι τέτοιο και θέλει να ρισκάρει η Μουραρία, είναι η κατάλληλη επιλογή. Πρόκειται για μια συνοικία που πνίγεται από τη φτώχεια, τη παρανομία, τα γκράφιτι και τους μετανάστες που προέρχονται από τις παλιές αποικίες. Φανταστείτε κάτι σαν τις γνωστές φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο.
Για μια γενικότερη βόλτα, προτιμήστε τη «Λεωφόρο της Ελευθερίας» είναι η κεντρικότερη λεωφόρος της Λισαβόνας με ένα μεγάλο πεζοδρόμιο. Επί της λεωφόρου θα βρείτε κάποια από τα πιο ενδιαφέροντα κτήρια της Πορτογαλικής αρχιτεκτονικής από τα τέλη τα 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 21ου όπως θέατρα, καταστήματα και γραφεία εταιριών. Επίσης θα βρείτε πολλές πλατείες με αγάλματα. Στρίψτε στα στενά δρομάκια και ανεβείτε σε κάποιον από τους εφτά (!) λόφους, πάνω στους οποίους είναι χτισμένη η πόλη. Αν βαρεθείτε το περπάτημα χρησιμοποιείστε το μετρό –υπάρχουν σταθμοί αρκετά κοντά ο ένας με τον άλλο- και κατεβείτε σε οποιαδήποτε στάση. Σίγουρα θα βρείτε κάτι ενδιαφέρον να κάνετε.
Πηγαίνετε ως τη «Γέφυρα της 25η Απριλίου». Την 20η μεγαλύτερη κρεμαστή γέφυρα στον κόσμο που διαπερνάει τον ποταμό Τάγο και που συχνά συγκρίνεται με την διάσημη Golden Gate του Σαν Φρανσίσκο. Καθώς θα την διασχίζετε θα έχετε την ευκαιρία να θαυμάσετε όλη την όψη της πόλης, απ’ την συγκεκριμένη μεριά. Κάντε μια βόλτα ως το κάστρο του Αγ. Γεωργίου, «Castle of São Jorge» με τους 18 πύργους στην πιο παλιά γειτονιά της Λισαβόνας, την Αλφάμα.
Και για τους λάτρεις του ποδοσφαίρου μην αμελήσετε να επισκεφτείτε τόσο το «Ντα Λουζ» της Μπενφίκα, όσο και το «Ζοζέ Αλβαλάδε» της Σπόρτινγκ. Κάντε μια βόλτα σε ένα σύνδεσμο και παρακολουθείστε έναν αγώνα παρέα με τους Πορτογάλους, πρόκειται για μοναδική εμπειρία.
Βγείτε από τις καθιερωμένες τουριστικές συνήθεις, πετάξτε το χάρτη απ΄ το χέρι και αφεθείτε στη μαγεία της πόλης. Αυτή θα σας οδηγήσει στις πιο απόκρημνες γειτονιές της, θα σας αποκαλύψει τα πιο κρυφά μυστικά της, θα σας κάνει να συνδυάσετε το δυτικοευρωπαϊκό με το μεσογειακό, το παραδοσιακό με το μοντέρνο, το χρωματιστό με το γκρι.
Δώστε της την ευκαιρία και δεν θα χάσετε!